- Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων
- Βλ. λ. Οικονόμος, Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Οικονόμος, Κωνσταντίνος, ο εξ Oικονόμων — (Τσαρίτσανη 1780 – Αθήνα 1857). Λόγιος κληρικός, διαπρεπής ρήτορας και θεολόγος. Γιος λόγιου ιερέα, ο Ο. διδάχτηκε από τον πατέρα του όχι μόνο τα πρώτα γράμματα, αλλά και τα πρώτα στοιχεία της εκκλησιαστικής φιλολογίας και ρητορικής. Έτσι, όταν… … Dictionary of Greek
διονύσιος — I Ονομασία ενός μήνα σε πολλές αρχαίες ελληνικές πόλεις. Στη Λοκρίδα αντιστοιχούσε προς τον αττικό Ποσειδεώνα (Δεκέμβριο) και στην Αιτωλία προς τον Μουνυχιώνα (Απρίλιο). II Όνομα τυράννων των Συρακουσών. 1. Δ. Α’ ο πρεσβύτερος (432 – 367 π.Χ.).… … Dictionary of Greek
Μπαλάνος, Δημήτριος — (Αθήνα 1877 – 1959). Θεολόγος, πανεπιστημιακός, ακαδημαϊκός και πολιτικός. Γόνος της ιστορικής ηπειρώτικης οικογένειας (βλ. λ. Μπαλάνος), ο Μ. σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία (1900 4). Υπηρέτησε ως… … Dictionary of Greek